- περι-ειλέω
περι-ειλέω (s. εἰλέω), herumwinden, -binden, περὶ τοὺς πόδας σακκία, Xen. An. 4, 5, 36, v. l. περιδεῖν, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-ειλέω (s. εἰλέω), herumwinden, -binden, περὶ τοὺς πόδας σακκία, Xen. An. 4, 5, 36, v. l. περιδεῖν, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐμπεριειλουμένη — ἐμπερϊειλουμένη , ἐν , περί εἱλέω pres part mp fem nom/voc sg (attic epic) ἐμπερϊειλουμένη , ἐν , περί εἰλέω pres part mp fem nom/voc sg (attic epic) ἐμπερϊειλουμένη , ἐν περιείλω wrap round pres part mp fem nom/voc sg (attic epic) ἐν περιειλέω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στρέφω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. στράφω και αιολ. τ. στροφῶ, άω και δ. αν. στρόφω Α 1. (αμτβ.) μετακινούμαι επί τόπου αλλάζοντας μέτωπο ή καθώς κινούμαι αλλάζω κατεύθυνση (α. «έστρεψε λίγο αριστερά προκειμένου να τόν δει» β. «λίγο πιο κάτω έστριψε στον διπλανό… … Dictionary of Greek