ἀθλοσύνη

ἀθλοσύνη

ἀθλοσύνη, , Kampf, Paul. Sil. 48 (IV, 54).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αθλοσύνη — ἀθλοσύνη, η (Μ) [ἆθλος] άθλος, αγώνισμα …   Dictionary of Greek

  • ἀεθλοσύνας — ἀεθλοσύνᾱς , ἀεθλοσύνη contest fem acc pl ἀεθλοσύνᾱς , ἀεθλοσύνη contest fem gen sg (doric aeolic) ἀεθλοσύνᾱς , ἀθλοσύνη fem acc pl ἀεθλοσύνᾱς , ἀθλοσύνη fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀθλοσύνας — ἀ̱θλοσύνᾱς , ἀθλοσύνη fem acc pl ἀ̱θλοσύνᾱς , ἀθλοσύνη fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άθλος — Αγώνας σε περίοδο πολέμου όσο και σε καιρό ειρήνης. Συναγωνισμός, άμιλλα για την κατάκτηση επάθλου. Κατόρθωμα μετά από μεγάλη προσπάθεια και κόπο. Ο όρος χρησιμοποιείται συνήθως για να υποδηλώσει τα κατορθώματα των μυθικών ηρώων της αρχαιότητας… …   Dictionary of Greek

  • ἀεθλοσύνην — ἀεθλοσύνη contest fem acc sg (attic epic ionic) ἀθλοσύνη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀεθλοσύνης — ἀεθλοσύνη contest fem gen sg (attic epic ionic) ἀθλοσύνη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀθλοσυνάων — ἀ̱θλοσυνά̱ων , ἀθλοσύνη fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”