ἀλκηστής

ἀλκηστής

ἀλκηστής, muthig, συνόδοντες Opp. H. 1, 170.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀλκηστής — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλκησταί — ἀλκηστής masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άδμητος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς των Φερών στη Θεσσαλία, γιος του Φέρητα και εγγονός του Κρηθέα και της Τυρώς. Μητέρα του Α. ήταν η Κλυμένη, κόρη του Μινύα. Ο Πελίας, βασιλιάς της Ιωλκού και θείος του Α., είχε υποσχεθεί πως θα έδινε την ωραία κόρη… …   Dictionary of Greek

  • ευριπίδης — (Αθήνα 480; – Πέλλα 406 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή του (ότι ήταν γιος μανάβισσας, ότι είχε δύο άπιστες γυναίκες και ότι πέθανε κατασπαραγμένος από σκυλιά) φαίνεται να είναι είτε διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας είτε …   Dictionary of Greek

  • εύμηλος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Άδμητου και της Άλκηστης. Πήρε μέρος στην Τρωική εκστρατεία επικεφαλής έντεκα θεσσαλικών πλοίων. Φημιζόταν για τα άλογά του, που, σύμφωνα με τον μύθο, τα είχε βοσκήσει ο ίδιος ο Απόλλων, όταν υπηρετούσε… …   Dictionary of Greek

  • Αναξιβία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη τουΒία, σύζυγοςτου Πελία και μητέρα της Άλκηστης. 2. Κόρη του Κρατιέα και σύζυγοςτουΝέστορα. 3. Κόρη του Κλεισθένη και της Κλεόλλης, αδελφή του Αγαμέμνονα και μητέρα του Πυλάδη …   Dictionary of Greek

  • Γουάιλντερ, Θόρντον — (Thorton Wilder, Γουισκόνσιν 1897 – Κονέτικατ 1975). Αμερικανός συγγραφέας. Αφού σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Γέιλ, πήγε στην Ιταλία για να εργαστεί στην Αμερικανική Ακαδημία της Ρώμης. Η ποιητική του έμπνευση εκδηλώθηκε, εκτός από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”