- ἀλεξι-άρη
ἀλεξι-άρη, ἡ, Fluch- oder Schadenabwehrerin, Hes. O. 462; ῥάμνος Nic. Th. 861. Das masc. ἀλεξιάρης hat Hesych.; bei Paus. 9, 25, 6 hat Bekk. ἀλεξιάρους als gen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀλεξι-άρη, ἡ, Fluch- oder Schadenabwehrerin, Hes. O. 462; ῥάμνος Nic. Th. 861. Das masc. ἀλεξιάρης hat Hesych.; bei Paus. 9, 25, 6 hat Bekk. ἀλεξιάρους als gen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αλεξιάρης — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ηρακλή και της Ήβης, την οποία νυμφεύτηκε ο μυθικός ήρωας όταν ανέβηκε στον ουρανό και έγινε αθάνατος από τους θεούς. Ήταν αδελφός του Ανίκητου, από τους ίδιους γονείς. Ο Α. και ο Ανίκητος ήταν οι μόνοι από τους 50… … Dictionary of Greek