- περι-κυκλεύω
περι-κυκλεύω, rings im Kreise herumdrehen; umgeben, umzingeln.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-κυκλεύω, rings im Kreise herumdrehen; umgeben, umzingeln.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κυκλεύω — (AM) [κύκλος] 1. περιστρέφω κυκλικά («περὶ τὸν περινεὸν κυκλεύειν τὸ ὀθόνιον», Ιπποκρ.) 2. περικλείω κάτι με κύκλο («κυκλεύειν ἅπαν τὸ στράτευμα», Ονήσ.) 3. περιέρχομαι κυκλικά («τὴν γῆν περιιὼν καὶ κυκλευὼν ὁ ἥλιος», Κλεομήδ.) 4. διανύω («ὅσον… … Dictionary of Greek
περικυκλεύω — Α στρέφομαι γύρω από κάτι ή περιβάλλω κάτι από όλες τις πλευρές, περικυκλώνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κυκλεύω «περιστρέφω κυκλικά»] … Dictionary of Greek
περιεκύκλευεν — περϊεκύκλευεν , περί κυκλεύω wind round imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιεκύκλευσας — περϊεκύκλευσας , περί κυκλεύω wind round aor ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κύκλος — Κάθε καμπύλη του επιπέδου που αποτελεί τον γεωμετρικό τόπο των σημείων του που ισαπέχουν από ένα ορισμένο σημείο. Αν Ε είναι ένα επίπεδο, Ο ένα σημείο του και ρ θετικός αριθμός, τότε υπάρχει ένας και μόνο ένας κ. του επιπέδου Ε με την ιδιότητα… … Dictionary of Greek