ἀλκι-μάχη

ἀλκι-μάχη

ἀλκι-μάχη, Παλλάς, muthig kämpfend, Hegesipp. 3 (VI, 124).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υσμίνη — ἡ, Α (επικ. τ.) αγώνας, μάχη («ὡς οἱ μὲν πονέοντο κατὰ κρατερὴν ὑσμίνην», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ὑσμίνη μπορεί να αναχθεί στη μηδενισμένη βαθμίδα τής ΙΕ ρίζας *jeu dh με σημ. «κινούμαι έντονα, ζωηρά» και κατ επέκταση «πολεμώ» με την έννοια ότι η …   Dictionary of Greek

  • αλκίμαχος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός στη Θράκη (364 π.Χ.) και στον πόλεμο κατά του Φιλίππου B’. 2. Πρέσβης των Μακεδόνων στην Αθήνα το 338 π.Χ. 3. Ζωγράφος της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 4. Γιος του Αλκέτη, τριήραρχος το 326 323… …   Dictionary of Greek

  • αλκή — η (Α ἀλκή) η σωματική ισχύς που μετουσιώνεται σε δράση 2. ψυχική δύναμη, ανδρεία, θάρρος, ευψυχία (σε διάκριση από τη ρώμη που σημαίνει απλώς τη σωματική δύναμη νεοελλ. ακμή τών σωματικών δυνάμεων, ρώμη, ευρωστία, σφρίγος αρχ. 1. η δύναμη γενικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”