ἀητός

ἀητός

ἀητός, , Adler, Arat. Ph. 315, wo Voß αἰητός lies't.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • άητος — ἄητος, ον (Α) [ἄω] 1. (στον εν. μόνο στη φρ.) «θάρσος ἄητον», ακαταμάχητο θάρρος 2. πληθ. ἄητοι ορμητικοί, βίαιοι, θυελλώδεις …   Dictionary of Greek

  • ἄητος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αητός — εσφαλμένη γραφή τού αϊτός, ο ο αετός* …   Dictionary of Greek

  • ἀήτου — ἄητος masc/fem/neut gen sg ἀήτης blast masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀήτους — ἄητος masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄητοι — ἄητος masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀήτω — ἄημι va´ti pres imperat act 3rd sg (epic) ἄητος masc/fem/neut nom/voc/acc dual ἄητος masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) ἀάω hurt pres imperat act 3rd sg (doric) ἀήτης blast masc gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄηθ' — ἄητι , ἄημι va´ti pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) ἄ̱ητο , ἄημι va´ti imperf ind mp 3rd sg (epic doric aeolic) ἄ̱ητε , ἄημι va´ti imperf ind act 2nd pl (epic doric aeolic) ἄητε , ἄημι va´ti pres imperat act 2nd pl (epic) ἄητε , ἄημι va´ti… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄητον — ἄ̱ητον , ἄημι va´ti imperf ind act 2nd dual (epic doric aeolic) ἄημι va´ti pres imperat act 2nd dual (epic) ἄημι va´ti pres ind act 3rd dual (epic doric aeolic) ἄημι va´ti pres ind act 2nd dual (epic doric aeolic) ἄημι va´ti imperf ind act 2nd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αίητος — αἴητος, ον (Α) (επίθ. τού Ηφαίστου) ο άητος* …   Dictionary of Greek

  • αετός — Ονομασία πολλών ημερόβιων αρπακτικών πτηνών, που έχουν προικιστεί με οξύτατη όραση και με κυρτό και γαμψό στην άκρη ράμφος. Τα πόδια του α. έχουν τέσσερα δάχτυλα, τρία μπροστά και ένα πίσω, με νύχια αγκιστροειδή, με τα οποία αρπάζει και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”