- περι-ξυστήρ
περι-ξυστήρ, ῆρος, ὁ, chirurgisches Werkzeug, die Knochen abzuglätten, wegzunehmen, Chirurg. vett.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-ξυστήρ, ῆρος, ὁ, chirurgisches Werkzeug, die Knochen abzuglätten, wegzunehmen, Chirurg. vett.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οδοντοξυστήρ — ὀδοντοξυστήρ, ὁ (Α) ο οδοντοξέστης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀδούς, ὀδόντος + ξυστήρ «εργαλείο για ξύσιμο, χειρουργικό μαχαίρι» (πρβλ. περι ξυστήρ)] … Dictionary of Greek