ἀμοργός

ἀμοργός

ἀμοργός (ἀμέργω), auspressend, πόλεως, vom Demagogen, Cratin. bei Suid., der ὄλεϑρος erkl.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ἀμοργός — the island of Amorgos masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμοργός — one who squeezes masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμοργός — Νησί (121,06 τ. χλμ., 1.873 κάτ.) των Κυκλάδων. Έχει μήκος 18 χλμ., πλάτος 3 έως 5 χλμ. και μήκος ακτών περίπου 112 χλμ. Η ψηλότερη κορυφή του νησιού είναι ο Κρίκελος (822 μ.). Το νησί, αν και άγονο, παράγει μικρές ποσότητες φάβας, μήλων,… …   Dictionary of Greek

  • Αμοργός — Sp Amòrgas Ap Αμοργός/Amorgos L s. Kikladose, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Κατσαρός, Γιώργος — (Αμοργός 1888 – Νέα Υόρκη 1997). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του μουσικού του ρεμπέτικου τραγουδιού Γιώργου Θεολογίτη. Η απώλεια του πατέρα του σε ηλικία 9 ετών ανάγκασε τη μητέρα του, μαζί με τον Κ. και τη μεγαλύτερη αδελφή του, Σοφία, να… …   Dictionary of Greek

  • Ἀμοργοί — Ἀμοργός the island of Amorgos masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμοργοί — ἀμοργός one who squeezes masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμοργοῦ — Ἀμοργός the island of Amorgos masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμοργοῦ — ἀμοργός one who squeezes masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμοργούς — Ἀμοργός the island of Amorgos masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμοργούς — ἀμοργός one who squeezes masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”