ἀνα-ξαίνω

ἀνα-ξαίνω

ἀνα-ξαίνω, wieder aufkratzen, wieder erneuern, refricare, z. B. Schmerz, Sp.; im pass., von Wunden, wieder aufbrechen; auch διαφορά, Pol. 27, 6; vgl. Plut. Dem. 17.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αναγραίνω — (για μαλλί ή βαμβάκι) ξαίνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + γραίνω «ανοίγω με τα δάχτυλα το πυκνό μπλεγμένο μαλλί για να γίνει ευκολότερο το ξάσμα»] …   Dictionary of Greek

  • ανακνάπτω — ἀνακνάπτω (Α) κάνω κάτι να φαίνεται σαν καινούργιο, τό επιδιορθώνω ή τό παρουσιάζω με άλλη μορφή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + κνάπτω «ξαίνω ή λαναρίζω μαλλί, κατεργάζομαι ή καθαρίζω ύφασμα»] …   Dictionary of Greek

  • τίλλω — ΝΜΑ 1. αποσπώ με βίαιο τρόπο τις τρίχες μου, μαδώ («πολιὰς δ ἄρ ἀνὰ τρίχας ἕλκετο χερσί, τίλλων ἐκ κεφαλῆς», Ομ. Ιλ.) 2. (στη νεοελλ. μόνο το ενεργ., ενώ στη μσν. και στην αρχ. μόνον το μέσ.) τίλλομαι ξεριζώνω τις τρίχες τής κεφαλής μου ως… …   Dictionary of Greek

  • διεξάνθησαν — διά , ἐκ , ἀνά θάω imperf ind act 3rd pl (homeric) διά ξαίνω scratch aor ind pass 3rd pl διεξά̱νθησαν , διά ἐξανθέω put out flowers aor ind act 3rd pl (doric aeolic) διά ἐξανθέω put out flowers aor ind act 3rd pl (homeric ionic) διά ἐξανθέω put… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”