περι-φανής

περι-φανής

περι-φανής, ές, von allen Seiten sichtbar, deutlich, berühmt; δείξω δὲ καὶ σοὶ τήνδε περιφανῆ νόσον, Soph. Ai. 66; περιφανέστατος, Ar. Equ. 206; καταλύει περιφανῶς, offenbar, Plut. 948; u. so im adv. auch Soph. Ai. 81; Thuc. 4, 102, u. adv., 6, 60; τὰ δημόσια καὶ περιφανῆ, Plat. Phil. 31 e; u. adv., Men. 91 d; ἐλέγχεσϑαι, Andoc. 1, 24; τὸ περιφανέστατον, Lys. 3, 39; Sp., wie Luc.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • καινοφανής — ές (Μ καινοφανής, ές) αυτός που εμφανίζεται πρόσφατα ή για πρώτη φορά, νεοφανής, πρωτοφανής, πρωτότυπος («καινοφανής αστέρας») νεοελλ. 1. μτφ. πρωτάκουστος, ανήκουστος, παράδοξος, αλλόκοτος 2. το ουδ. ως ουσ. το καινοφανές το ασυνήθιστο, η… …   Dictionary of Greek

  • προσθοφανής — ές, Α 1. ο κατά μέτωπο ορώμενος 2. αυτός που φαίνεται από μπροστά. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρόσθεν + φανής (< φαίνω / φαίνομαι), πρβλ. περι φανής, τηλε φανής] …   Dictionary of Greek

  • θεοφανής — I (1ος αι. π.Χ.). Ιστορικός από τη Μυτιλήνη. Παρακολούθησε τις εκστρατείες του Πομπήιου και τις περιέγραψε, συγκρίνοντάς τις με εκείνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτό κολάκευσε τον Πομπήιο, που τον αναγόρευσε, το 61 π.Χ., Ρωμαίο πολίτη. Στον… …   Dictionary of Greek

  • ξενοφανής — I (β’ μισό 6ου αι. π.Χ. – α’ μισό 5ου αι. π.Χ.). Ποιητής και φιλόσοφος που γεννήθηκε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας. Φεύγοντας από την πατρίδα του μετά την περσική κατάκτηση, ταξίδεψε πολύ ασκώντας το επάγγελμα του ραψωδού και εγκαταστάθηκε στην… …   Dictionary of Greek

  • APOLLOPHANES — I. APOLLOPHANES Poeta Comicus circa Olymp. 97. Suid. Aelian. Hist. animal. l. . c. 52. Item Poeta, cuius meminit Plin. l. 22. c. 21. II. APOLLOPHANES Regis Antigoni adulator, Apollophanem quendam Stoicum Laert. l. 7. ad Stoicorum placita et… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πας — (I) πάσα, παν / πᾱς, πᾱσα, πᾱν, αιολ. τ. αρσ. παῑς, θηλ. παῑσα, αρκαδ. τ. θηλ. πάνσα, λακων. τ. θηλ. πἆἁ, ΝΜΑ (αντων.) Ι. ΚΛΙΣΗ: 1. στον εν. α) γεν. παντός, πάσης, παντός. β) δοτ. παντί, πάση, παντί γ) (αιτ.) πάντα, πᾱσαν, πᾱν, αρσ. και πᾱν 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”