ἀναγαλλίς

ἀναγαλλίς

ἀναγαλλίς, ίδος, ἡ, eine Pflanze, Gauchheil.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀναγαλλίς — pimpernel fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αναγαλλίς — η Βοτ. γένος φυτών τής οικογένειας τών Πριμουλιδών, με 30 περίπου είδη, ιθαγενή τών εύκρατων και υποτροπικών χωρών. Είναι ποώδη μονοετή, διετή ή πολυετή φυτά, με βλαστό πολλές φορές γωνιώδη και φύλλα ωοειδή ή στρογγυλά, αντίθετα, εναλλασσόμενα ή… …   Dictionary of Greek

  • ἀναγαλλίδα — ἀναγαλλίς pimpernel fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγαλλίδας — ἀναγαλλίς pimpernel fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγαλλίδες — ἀναγαλλίς pimpernel fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγαλλίδι — ἀναγαλλίς pimpernel fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγαλλίδος — ἀναγαλλίς pimpernel fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγαλλίδων — ἀναγαλλίς pimpernel fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Agallis — (Gr. polytonic|Ἀγαλλίς, fl. 2nd century BC) of Corcyra was a female grammarian who wrote about Homer, according to Athenaeus. [Athenaeus, Deipnosophistae i. p. 14, d.] Some scholars believe her to have belonged to the hetaerae class. [cite book… …   Wikipedia

  • αυγίτις — αὐγῑτις, η (Α) ονομασία του φυτού αναγαλλίς η Φοινική …   Dictionary of Greek

  • κόρχορος — (Corchorus). Γένος τροπικών ποών ή, σπανιότερα, μικρών θάμνων της οικογένειας των τιλιιδών. Πρόκειται για φυτό με μεγάλα, αντίθετα, οδοντωτά και έμμισχα φύλλα· τα άνθη του είναι μικρά, έμμισχα και κίτρινα, με πέντε πέταλα. Ο κ. είναι αρκετά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”