- ἀνα-κυλίω
ἀνα-κυλίω, empor-, zurückwälzen, Luc. S. oben.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀνα-κυλίω, empor-, zurückwälzen, Luc. S. oben.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀνακυλῖον — ἀνά κυλίω roll pres part act masc voc sg ἀνά κυλίω roll pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλιομένων — ἀνακυλῑομένων , ἀνά κυλίω roll pres part mp fem gen pl ἀνακυλῑομένων , ἀνά κυλίω roll pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλίει — ἀνακυλί̱ει , ἀνά κυλίω roll pres ind mp 2nd sg ἀνακυλί̱ει , ἀνά κυλίω roll pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνεκύλιον — ἀνεκύλῑον , ἀνά κυλίω roll imperf ind act 3rd pl ἀνεκύλῑον , ἀνά κυλίω roll imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ανακυλίω — (Α ἀνακυλίω) κυλώ προς τα επάνω, προς τα πίσω ή κατ επανάληψη αρχ. αναποδογυρίζω, ανατρέπω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + κυλίω. ΠΑΡ. νεοελλ. ανακύλιση, ανακύλισμα] … Dictionary of Greek
συνανακυλιομένου — συνανακυλῑομένου , σύν , ἀνά κυλίω roll pres part mp masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνανακυλίηται — συνανακυλί̱ηται , σύν , ἀνά κυλίω roll pres subj mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλιομένη — ἀνακυλῑομένη , ἀνά κυλίω roll pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλιομένην — ἀνακυλῑομένην , ἀνά κυλίω roll pres part mp fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλιομένης — ἀνακυλῑομένης , ἀνά κυλίω roll pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνακυλίειν — ἀνακυλί̱ειν , ἀνά κυλίω roll pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)