- ἀνδρο-γόνος
ἀνδρο-γόνος, ἡμέρα Hes. O. 781, der Erzeugung von (Männern) Knaben günstig, Ggstz κούρῃ οὐ σύμφορός ἐστι γενέσϑαι.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀνδρο-γόνος, ἡμέρα Hes. O. 781, der Erzeugung von (Männern) Knaben günstig, Ggstz κούρῃ οὐ σύμφορός ἐστι γενέσϑαι.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θερμογόνος — ο, θηλ. και α αυτός που παράγει θερμότητα («θερμογόνος πηγή»). [ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο) * + γονος < γίγνομαι (πρβλ. ανδρο γόνος, ζωο γόνος). Η λ. μαρτυρείται από το 1811 στο περιοδικό σύγγραμμα Ερμής οΛόγιος] … Dictionary of Greek
ιχθυγόνος — ο (Α ἰχθυγόνος, ον) (για θαλάσσιο τόπο) αυτός που παράγει ψάρια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυ(ο) * + γόνος (< γόνος < γίγνομαι), πρβλ. ανδρο γόνος, δακρυγόνος] … Dictionary of Greek
βλαστός — I Επώνυμο λογίων, από διάφορες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, κυρίως κρητικής καταγωγής. 1. Αλέξανδρος (1816 – 1844). Γιατρός από τη Χίο. Το 1822 κατέφυγε στην Τεργέστη για να αποφύγει τους διωγμούς των Τούρκων. Ο ίδιος σπούδασε ιατρική στη… … Dictionary of Greek
Γρηγόριος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Νεοκαισαρείας (Νεοκαισάρεια 213; – 270). Η γνωριμία του με τον χριστιανισμό άρχισε μετά τον θάνατο του πλούσιου και ειδωλολάτρη πατέρα του, ο οποίος του έδωσε επιμελημένη αγωγή. Σε ηλικία… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… … Dictionary of Greek