- ὀνειρό-μαντις
ὀνειρό-μαντις, aus Träumen wahrsagend, der Traumdeuter, Aesch. Ch. 33.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀνειρό-μαντις, aus Träumen wahrsagend, der Traumdeuter, Aesch. Ch. 33.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κριθόμαντις — κριθόμαντις, εως, ὁ (Α) αυτός που μαντεύει με το ρίξιμο τού κριθαριού («ἀλευρομάντεις ἄγων καὶ κριθομάντεις», Κλήμ. Αλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κριθή + μάντις (πρβλ. ονειρό μαντις, ορνιθό μαντις)] … Dictionary of Greek
νυκτόμαντις — και νυκτιμάντις, ό, ἡ (Α) αυτός που μαντεύει κατά τη νύχτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < νύξ, νυκτός + μάντις (πρβλ. ονειρό μαντις). Ο τ. νυκτίμαντις < νυκτι τού νύξ, νυκτός (βλ. ετυμολ. λ. νύχτα)] … Dictionary of Greek
φαρμακόμαντις — άντεως, ὁ, ΜΑ ο φαρμακός* και μάντης ταυτόχρονα ή αυτός που χρησιμοποιεί φάρμακα προκειμένου να προβλέψει το μέλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + μάντις (πρβλ. ὀνειρό μαντις)] … Dictionary of Greek
ναοπόλος — και ιων. τ. νηοπόλος, ον (Α) 1. αυτός που κατοικεί στον ναό ή που ασχολείται με τον ναό («ναοπόλος μάντις», Πίνδ.) 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ ναοπόλος φύλακας, επιστάτης ναού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ναός + πόλος (< πέλω / πέλομαι), πρβλ. θαλαμη πόλος, ονειρο … Dictionary of Greek