- περι-τύπτω
περι-τύπτω, ringsum schlagen; als tmesis rechnet man hierher Ap. Rh. 2, 20.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-τύπτω, ringsum schlagen; als tmesis rechnet man hierher Ap. Rh. 2, 20.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιτύπτω — Α χτυπώ απ όλες τις μεριές. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + τύπτω «κτυπώ»] … Dictionary of Greek
τύπος — Στα μαθηματικά είναι η συμβολική γραφή που εκφράζει κάποια σχέση ισότητας ή ανισότητας, ή είναι η έκφραση ενός μεγέθους σε συνάρτηση άλλων μεγεθών κλπ. Με τη γενική αυτή έννοια, ο τ. παριστάνει με διάφορα σύμβολα μια μαθηματική πρόταση.… … Dictionary of Greek
βάλλω — (AM βάλλω) 1. ρίχνω, εκσφενδονίζω («ὁ ἀναμάρτητος πρῶτος τὸν λίθον βαλέτω») 2. βάλλομαι δέχομαι βολές, εχθρικά πυρά 3. τοποθετώ, βάζω 4. φρ. «βάλλω φωνή(ν)» φωνάζω, κραυγάζω αρχ. μσν. «βάλλω είς voῡv», «...κατά νοῡν», «...εἰς λογισμόν» βάζω στον… … Dictionary of Greek