- ἀν-ερυγγάνω
ἀν-ερυγγάνω, = ἀνερεύνω, VLL.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀν-ερυγγάνω, = ἀνερεύνω, VLL.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐρυγγάνω — belch out pres subj act 1st sg ἐρυγγάνω belch out pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ερυγγάνω — ἐρυγγάνω (αττ. τ. τού ἐρεύγομαι) (Α) 1. βλ. ερεύγομαι 2. μτφ. φλυαρώ, φωνάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ερεύγομαι (I)] … Dictionary of Greek
ἐρυγγάνῃ — ἐρυγγάνω belch out pres subj mp 2nd sg ἐρυγγάνω belch out pres ind mp 2nd sg ἐρυγγάνω belch out pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγανόντων — ἐρυγγάνω belch out pres part act masc/neut gen pl ἐρυγγάνω belch out pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνει — ἐρυγγάνω belch out pres ind mp 2nd sg ἐρυγγάνω belch out pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνοντα — ἐρυγγάνω belch out pres part act neut nom/voc/acc pl ἐρυγγάνω belch out pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνοντι — ἐρυγγάνω belch out pres part act masc/neut dat sg ἐρυγγάνω belch out pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνουσι — ἐρυγγάνω belch out pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐρυγγάνω belch out pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνουσιν — ἐρυγγάνω belch out pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐρυγγάνω belch out pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνειν — ἐρυγγάνω belch out pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυγγάνεις — ἐρυγγάνω belch out pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)