- ἀν-επι-σκεύαστος
ἀν-επι-σκεύαστος, nicht wieder herzustellen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀν-επι-σκεύαστος, nicht wieder herzustellen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κύανος — ο (AM κύανος, ο, η Α και κυανός) βαθυκύανη, σκούρα μπλε χρωστική ουσία, με την απόχρωση και τη στιλπνότητα τού λαζουρίτη μσν. αρχ. το βαθυκύανο, κυανόμαυρο στιλπνό χρώμα αρχ. 1. ο λαζουρίτης λίθος, από τη σκόνη τού οποίου κατασκεύαζαν χρωστική… … Dictionary of Greek