ἀνα-ψύχω

ἀνα-ψύχω

ἀνα-ψύχω, abkühlen, erfrischen, ἀνϑρώπους Od. 4, 568; ἦτορ Il. 13, 84; ἕλκος Iliad. 5, 795; pass. 10, 575 ἀνέψυχϑεν φίλον ἦτορ; – τὰς νέας ἀνέψυχον ἀνελκύσαντες Her. 7, 59; ναῦς Xen. Hell. 1, 5, 10, die Schiffe am Lande austrocknen; pass., ἀνεψύχϑησαν οἱ σύμμαχοι 7, 1, 19, faßten frischen Muth; πόνων τινά, Jemandem Erholung verschaffen, von der Mühsal, Eur. Hel. 1100; πτερύγεσσιν ἀναψύχει Αδωνιν Bion 1, 85. Auch intrans., sich erholen, ἀνέψυξα Diphil. in B. A. 80 durch ἀνεπαυσάμην crkl.; Mel. 58 (XII, 132) mit πνεῠμ' ἀναλεξαμένη vrbdn; πόνοιο Opp. Hal. 5, 623; vgl. Nic. Th. 312; Babr. 95, 57. – Med., sich erholen, Plat. Tim. 70 d u. Sp., wie Alciphr. 2, 4; abtrocknen, Heliod. – Pass. ἀνεψύχης Amips. bei Suid.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • ψυκτικός — ή, ό / ψυκτικός, ή, όν, ΝΑ [ψύχω (II)] αυτός που επιφέρει ή προκαλεί ψύξη (α. «ψυκτικά μηχανήματα» οι κλιματιστικές εγκαταστάσεις β. «πόματα ψυκτικά», Ιπποκρ.) νεοελλ. 1. το αρσ. ως ουσ. ο ψυκτικός τεχνίτης ειδικευμένος στην κατασκευή ή την… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”