- ἀνα-σταδόν
ἀνα-σταδόν, aufrechtstehend, Il. 9, 671. 28, 489.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀνα-σταδόν, aufrechtstehend, Il. 9, 671. 28, 489.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ορθοσταδόν — ὀρθοσταδόν (Α) επίρρ. ορθοστάδην*, σε όρθια στάση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο) * + σταδόν (< θ. στα τού ἵστημι + επιρρμ. κατάλ. δόν, πρβλ. στάδην), πρβλ. ανα σταδόν, απο σταδόν] … Dictionary of Greek
παρασταδόν — Α (επίρρ. τοπ.) πολύ κοντά, στο πλάι. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + σταδόν (< θ. στα τού ἵστημι + επιρρμ. κατάλ. δόν, πρβλ. στάδην), πρβλ. ανα σταδόν, απο σταδόν] … Dictionary of Greek