ἀ-κατα-μάθητος

ἀ-κατα-μάθητος

ἀ-κατα-μάθητος, unbekannt, Hippocr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ευκαταμάθητος — εὐκαταμάθητος, ον (Α) αυτός που μαθαίνεται πλήρως με ευκολία, ο ευκολονόητος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + κατα μαθητος (< κατα μανθάνω), πρβλ. α κατα μάθητος, δυσ κατα μάθητος] …   Dictionary of Greek

  • λαθητικός — λαθητικός, ή, όν (Α) αυτός που διαφεύγει ή μπορεί να διαφύγει την προσοχή των άλλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. λαθ τού λανθάνω (πρβλ. αόρ. β ἔ λαθ ον) + επίθημα ητικός κατά το σχήμα μανθάνω μαθητής / μαθητός μαθητικός] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”