ἀγχιστῖνος

ἀγχιστῖνος

ἀγχιστῖνος, nahe aneinander, Hom. fünfmal, Iliad. 5, 141 αἱ μέν τ' ἀγχιστῖναι ἐπ' ἀλλήλῃσι κέχυνται, Iliad. 17, 361 Od. 22, 118. 24, 181. 449 τοὶ δ' ἀγχιστῖνοι ἔπιπτον.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αγχιστίνος — ἀγχιστῑνος, η, ον (Α) [ἄγχιστος] πυκνός, κατά σωρούς, ο ένας πάνω στον άλλο …   Dictionary of Greek

  • ἀγχιστῖνος — close masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγχιστῖναι — ἀγχιστῖνος close fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγχιστῖνοι — ἀγχιστῖνος close masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άγχιστος — ἄγχιστος, ον (Α) (υπερθ. τού ἄγχι*) 1. (για τόπο) πολύ κοντινός, πλησιέστατος 2. (για χρόνο) πρόσφατος, τελευταίος 3. (πληθ. αρσ. ως ουσ.) οἱ ἄγχιστοι οι στενοί συγγενείς 4. (ο εν. ή πληθ. τού ουδ. ως ουσ.) τὸ ἄγχιστον ή τὰ ἄγχιστα α) πολύ κοντά …   Dictionary of Greek

  • ἀγχιστίνη — ἀγχιστί̱νη , ἀγχιστῖνος close fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”