- ἀκτῑνηδόν
ἀκτῑνηδόν, strahlenförmig, Luc. Salt. 18.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀκτῑνηδόν, strahlenförmig, Luc. Salt. 18.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ακτινηδόν — ἀκτινηδόν επίρρ. (Α) [ἀκτίς] με τη μορφή ακτίνας, σαν ακτίνα … Dictionary of Greek
ἀκτινηδόν — ἀκτῑνηδόν , ἀκτινηδόν like a ray indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
SAGITTA Veterum — an a Scythe Iovis, an a Perse Persei filio, inventa, vide Plinium l. 7. c. 56. atrox telum. Statius Theb. l. 12. v. 29. patuêre recisae Cum capulis hastisque manus, mediisque sagittae Luminibus stantes. Ad quae verba Barthius, Ex hoc aliisque… … Hofmann J. Lexicon universale
-ηδόν — πρόκειται για κατάλ. επιρρημάτων τής Αρχαίας που αποτελεί παρεκτεταμένη με η μορφή τού επιθήματος δον, που σχηματίστηκε με μετακίνηση τών ορίων τού επιθήματος από τύπους τών οποίων το θέμα έληγε σε η : αγελη δόν > αγελ ηδόν. Τόσο το επίθημα… … Dictionary of Greek
ακτίνα — Μια από τις φωτεινές γραμμές που εκπέμπονται από ένα φωτεινό σώμα (π.χ. οι α. του ήλιου). Γενικά, κάθε φανταστική γραμμή που ξεκινά από ένα κεντρικό σημείο προς κάθε διεύθυνση (π.χ. οπτική α.). Η έκταση έως την οποία μπορεί να φτάσει κάποια… … Dictionary of Greek