- ὀκτά-σημος
ὀκτά-σημος, mit acht Zeiten, achtzeitig, in der Prosodie, Schol. Aesch. Spt. 103; auch adv., Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀκτά-σημος, mit acht Zeiten, achtzeitig, in der Prosodie, Schol. Aesch. Spt. 103; auch adv., Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οκτωκαιδεκάσημος — ὀκτωκαιδεκάσημος, ον (Α) (στην προσωδία) αυτός που αποτελείται από δεκαοκτώ χρόνους, δηλ. χρονικά σημεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτωκαίδεκα «δεκαοκτώ» + σημος (< σῆμα), πρβλ. οκτά σημος] … Dictionary of Greek
οκτάσημος — η, ο (Α ὀκτάσημος, ον) (για αρχαίο μετρικό πόδα) αυτός που αποτελείται από οκτώ πρώτους χρόνους, από οκτώ χρονικά σημεία. Επίρ. οκτασήμως (Α) κατά οκτάσημα μέτρα («ἐστιχούργησε ὀκτασήμως, ἤτοι κατά δοχμίους»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα (βλ. λ. οκτώ) +… … Dictionary of Greek