- ἀκρο-στόλιον
ἀκρο-στόλιον, Schiffsbord, Ath. V, 203 f; Polem. 2, 36; Plut. Demetr. 43; das Vordertheil u. dessen Verzierungen, D. S. 18, 75; App. Mithr. 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀκρο-στόλιον, Schiffsbord, Ath. V, 203 f; Polem. 2, 36; Plut. Demetr. 43; das Vordertheil u. dessen Verzierungen, D. S. 18, 75; App. Mithr. 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ακροστόλιο — Το σύνολο από γλυπτά ή ζωγραφιστά στολίδια που υπήρχαν στο ελαφρύ σανίδωμα, στις πλώρες των παλιών καραβιών. Παλαιότερα, έδιναν πολύ προσοχή στον εξωτερικό διάκοσμο των πλοίων. Συνήθιζαν να χρωματίζουν τα πλοία με ωραία χρώματα ή να σκαλίζουν… … Dictionary of Greek