- περι-πωματίζω
περι-πωματίζω, = Vorigem, Arist. probl. 25, 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-πωματίζω, = Vorigem, Arist. probl. 25, 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιπωματιζομένοις — περί πωματίζω pres part mp masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιπωματίζω — Α περιπωμάζω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + πωματίζω (< πῶμα, ατος)] … Dictionary of Greek