- ἀν-τολή
ἀν-τολή, ἡ, poet. für ἀνατολή, im plur., ἠελίοιο, Aufgang der Sonne, Od. 12, 4; oft bei Aesch. u. a. D.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀν-τολή, ἡ, poet. für ἀνατολή, im plur., ἠελίοιο, Aufgang der Sonne, Od. 12, 4; oft bei Aesch. u. a. D.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek