- ἀντι-κομπάζω
ἀντι-κομπάζω, dagegen prahlen, Plut. Anton. 62.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντι-κομπάζω, dagegen prahlen, Plut. Anton. 62.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φτερό — Καθένας από τους κεράτινους σχηματισμούς του δέρματος που, μαζί με τα πούπουλα, καλύπτουν το σώμα των πουλιών. Σε ένα φ. διακρίνονται ο άξονας ή μεσαίο στέλεχος και το γένειο. Το κατώτερο μέρος του άξονα, που ονομάζεται κάλαμος, είναι κοίλο,… … Dictionary of Greek