- ἀντι-κρίνω
ἀντι-κρίνω, dagegen beurtheilen, vergleichen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντι-κρίνω, dagegen beurtheilen, vergleichen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντικρῖναι — ἀντί κρίνω separate aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρίνω — ἀντικρί̱νω , ἀντί κρίνω separate aor subj act 1st sg ἀντικρί̱νω , ἀντί κρίνω separate pres subj act 1st sg ἀντικρί̱νω , ἀντί κρίνω separate pres ind act 1st sg ἀντικρί̱νω , ἀντί κρίνω separate aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρίνουσιν — ἀντικρί̱νουσιν , ἀντί κρίνω separate aor subj act 3rd pl (epic) ἀντικρί̱νουσιν , ἀντί κρίνω separate pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἀντικρί̱νουσιν , ἀντί κρίνω separate pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρινομένων — ἀντικρῑνομένων , ἀντί κρίνω separate pres part mp fem gen pl ἀντικρῑνομένων , ἀντί κρίνω separate pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρινόμενον — ἀντικρῑνόμενον , ἀντί κρίνω separate pres part mp masc acc sg ἀντικρῑνόμενον , ἀντί κρίνω separate pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρίνεται — ἀντικρί̱νεται , ἀντί κρίνω separate aor subj mid 3rd sg (epic) ἀντικρί̱νεται , ἀντί κρίνω separate pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικριθησόμεθα — ἀντικρῐθησόμεθα , ἀντί κρίνω separate fut ind pass 1st pl ἀντικρῑθησόμεθα , ἀντί κριθάω to be barley fed aor subj mid 1st pl (attic epic ionic) ἀντικρῑθησόμεθα , ἀντί κριθάω to be barley fed fut ind mid 1st pl (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικριθῆναι — ἀντικρῐθῆναι , ἀντί κρίνω separate aor inf pass ἀντικρῑθῆναι , ἀντί κριθάω to be barley fed pres inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικριθείην — ἀντικρῐθείην , ἀντί κρίνω separate aor opt pass 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικριθέντες — ἀντικρῐθέντες , ἀντί κρίνω separate aor part pass masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντικρινομένη — ἀντικρῑνομένη , ἀντί κρίνω separate pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)