ἀντ-ειπεῖν

ἀντ-ειπεῖν

ἀντ-ειπεῖν (s. εἰπεῖν, ἀντιλέγω u. das folgd.), dagegen reden, widersprechen, Tragg. u. in Prosa, τινί u. πρός τινα, Plat. Phil. 19 c; Λύσανδρος πρὸς αὐτὸν ὑπὲρ Ἀγησιλάου ἀντεῖπεν Xen. Hell. 3, g, 3, zur Vertheidigung des Ages. sprach er gegen ihn; εἰρήνῃ, nicht in den Frieden willigen, Ages. 2, 21; ἀντειπεῖν ἔπος, ein Wort dagegen sagen, Eur. I. A. 1391; οὐδέν, δίκαια, mit keinem Worte, mit Recht widersprechen; κακῶς ἀντειπεῖν τινα, Jemandes Schmähungen erwiedern, Soph. Ant. 1053.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • αν — (I) ἄν (Α) (επ. αιολ. και θεσσ. κε(ν), δωρ. και βοιωτ. κα) δυνητ. μόριο που χρησιμοποιείται με ρήματα, για να δηλώσει ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει υπό ορισμένες περιστάσεις ή προϋποθέσεις παρουσιάζει ποικίλη χρήση και γι αυτό δεν είναι δυνατόν να …   Dictionary of Greek

  • ЕВХАРИСТИЯ. ЧАСТЬ II — Е. в православной Церкви II тысячелетия Е. в Византии в XI в. К XI в. визант. богослужение приобрело почти тот вид, какой оно сохраняло в правосл. Церкви все последующее тысячелетие; в его основе лежала древняя к польская традиция, значительно… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”