ἀντ-αυγής

ἀντ-αυγής

ἀντ-αυγής, ές, wiederglänzend, entgegenleuchtend, κόραι Ar. Th. 902; χιών, blendend, D. Sic. 17, 82.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ευαυγής — εὐαυγής, ές (Α) ευαγής, λαμπρός, φωτεινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αυγής (< *αύγος), πρβλ. αντ αυγής, δι αυγής] …   Dictionary of Greek

  • ανταυγής — ἀνταυγής, ές (Α) αυτός που ανακλά φως, φεγγοβόλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < αντ(ι) * + αυγής < *αύγος, αυγή] …   Dictionary of Greek

  • καταύγεια — καταύγεια, ἡ (Α) καταυγασμός*, φωτισμός, λαμπρότητα, το καθαρό ή λαμπρό φως. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + αύγεια (< αυγής < *αὖγος, το < αὐγή), πρβλ. αντ αύγεια, δι αύγεια] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”