- ἀντ-απο-παίζω
ἀντ-απο-παίζω, Gewonnenes wieder verspielen, B. A. 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντ-απο-παίζω, Gewonnenes wieder verspielen, B. A. 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κωμωδία — Θεατρικό ή κινηματογραφικό είδος που επιδιώκει τη διασκέδαση του θεατή με τη σάτιρα και τη γελοιοποίηση ανθρώπινων υπερβολών και αδυναμιών, κοινωνικών ηθών, αντιλήψεων και καταστάσεων. Διαφέρει από τη φάρσα, καθώς προχωρεί σε βαθύτερη ανάλυση των … Dictionary of Greek