ὀψιανὸς

ὀψιανὸς

ὀψιανὸς λίϑος, ὁ, eine schwarze Steinart, vielleicht eine Art Achat, Orph. lith. 94; Plin. 36, 27, 67 lapis Obsidianus od. obsianus.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • οψιανός — ο (Α ὀψιανός) βλ. οψιδιανός. [ΕΤΥΜΟΛ. Το πέτρωμα ονομάστηκε έτσι από το όν. τού Obsius, τού Ρωμαίου περιηγητή που τό ανακάλυψε, κατά τον Πλίνιο] …   Dictionary of Greek

  • οψιδιανός — Γενικός όρος για τα ηφαιστειακά πετρώματα έκχυσης, υαλώδους φύσης, που μέσα στη μάζα τους δεν περιέχουν ορυκτολογικά στοιχεία με μορφή κρυστάλλων. Ο όρος αυτός, επομένως, υποδηλώνει μάλλον τον τύπο της δομής και όχι ένα ειδικό πέτρωμα. Ανάλογα με …   Dictionary of Greek

  • OBSIDIANUS vel OPSIANUS Lapis — OBSIDIANUS, vei OPSIANUS Lapis lapis est Aethiopicus nigri coloris et translucidi, ac speculi inslar imagines reddens, unde cum Obsidianum vocet Plin. l. 36. c. 26. tamquam ab Obsidio inventore, ὀψιανὸν ἀπὸ τῆς ὄψεως, appellari vult Salmas. Et… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • OPSIANUS Lapis — Graecis Ο῾ψιανὸς, apud Auctorem Peripli, Α῞μμος ἐςτὶ πολλὴ κεχυμένη, καθ᾿ ἧς εν βάθει κεχωσμένος ἑυρίσκεται ὁ ὀψςανὸς λίθος, εν ἐκείνῃ μόῃ τοπικᾶς γενόμενος, Subulum est multum congestum, in quo profunde obrutus reperitur. Opsianus lapis, in illa …   Hofmann J. Lexicon universale

  • λιθογλυφία — Η τέχνη του σκαλίσματος και της χάραξης πολύτιμων λίθων. Αποτελεί μία από τις αρχαιότερες και πιο λεπτές μορφές της ανθρώπινης καλλιτεχνικής έκφρασης. Οι λίθοι που χρησιμοποιούνται στη λ. είναι πάρα πολλοί: ο αχάτης, ο αμέθυστος, ο χαλκηδόνιος, ο …   Dictionary of Greek

  • Κυκλάδες — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.572 τ. χλμ., 112.615 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα την Ερμούπολη (11.799 κάτ.). Οι Κ. καταλαμβάνουν το κεντρικό και νότιο τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται με κατεύθυνση ΒΔ προς ΝΑ και… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Κανελλοπούλου — Η συλλογή του Παύλου και της Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου στεγάζεται από το 1976 σε ένα επιβλητικό νεοκλασικό κτίριο του τέλους του 19ου αι. στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης (οδός Θεωρίας & Πανός, Πλάκα). Αυτή η πολύ σημαντική συλλογή έργων τέχνης… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Καρύστου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καρύστου στεγάζεται στο Γιοκάλειο Πνευματικό Ίδρυμα, η δυτική πτέρυγα του οποίου παραχωρήθηκε από τον ευεργέτη Νικόλαο Γιοκαλά για το σκοπό αυτό. Το μουσείο, που εγκαινιάστηκε το 1989, περιέχει ευρήματα από τις… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Μήλου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Μήλου στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτίριο, έργο του Ερνέστου Τσίλερ, στην Πλάκα της Μήλου. Η συλλογή του, που εγκαινιάστηκε το 1985, περιλαμβάνει αρχαιότητες που χρονολογούνται από τα προϊστορικά έως τα ρωμαϊκά χρόνια. Στο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”