ὀχθίζω

ὀχθίζω

ὀχθίζω, = ὀχϑέω; Opp. H. 5, 540; LXX.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ὀχθίζω — pres subj act 1st sg ὀχθίζω pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οχθίζω — ὀχθίζω (Α) οχθώ*. [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. παρλλ. τ. τού ὀχθῶ, κατά τα ρ. σε ίζω] …   Dictionary of Greek

  • ὀχθίζειν — ὀχθίζω pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀχθίζων — ὀχθίζω pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσώχθικεν — πρόσ ὀχθίζω plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) πρόσ ὀχθίζω perf ind act 3rd sg πρόσ ὀχθίζω plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσώχθικε — πρόσ ὀχθίζω perf imperat act 2nd sg πρόσ ὀχθίζω perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσοχθίζω — ΜΑ 1. είμαι οργισμένος με κάποιον ή κάτι, αγανακτώ 2. (κατά το λεξ. Σούδα) προσκρούω, σκοντάφτω 3. παθ. προσοχθίζομαι γίνομαι αντικείμενο κακομεταχείρισης από κάποιον, με κακομεταχειρίζονται. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ὀχθίζω «δυσαρεστούμαι,… …   Dictionary of Greek

  • προσωχθικέναι — πρόσ ὀχθίζω perf inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσωχθίσθη — πρόσ ὀχθίζω aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσώχθικα — πρόσ ὀχθίζω perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσώχθισα — πρόσ ὀχθίζω aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”