- ὀφθαλμῖτις
ὀφθαλμῖτις, ιδος, ἡ, Beiname der Athene, als Mondgöttinn, Pausan. 3, 18, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀφθαλμῖτις, ιδος, ἡ, Beiname der Athene, als Mondgöttinn, Pausan. 3, 18, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ὀφθαλμίτιδος — Ὀφθάλμιτις fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ophthalmitis — OPHTHALMITIS, ĭdis, Gr. Ὀφθαλμίτις, ιδος, ein Beynamen der Minerva, unter welchem ihr Lykurgus zu Sparta einen Tempel erbauete, da ihm Alkander, dem seine Gesetze gar nicht anstehen wollten, ein Auge mit einem Stechen ausgestoßen hatte. Pausan.… … Gründliches mythologisches Lexikon
οφθαλμίτιδα — η (Α ὀφθαλμῑτις, ίτιδος) νεοελλ. συνοπτικός όρος για τις φλεγμονές τού ματιού, αλλ. οφθαλμία αρχ. επίθετο τής Αθηνάς, ως θεάς τής σελήνης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀφθαλμός + επίθημα ῖτις, ίτιδος (πρβλ. πλευρ ίτιδa)] … Dictionary of Greek
οφθαλμός — Το μάτι (βλ. λ.). (Βοτ.) Στη βοτανική ορολογία, η λέξη ο. χρησιμοποιείται κυρίως στα επιστημονικά συγγράμματα. Πρόκειται για όργανο συνήθως κωνικό, που βρίσκεται στην κορυφή των βλαστών και των κλάδων, καθώς επίσης και στις μασχάλες των φύλλων,… … Dictionary of Greek
ὀφθαλμίτιδος — ὀφθαλμί̱τιδος , ὀφθαλμῖτις goddess of the Moon fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)