ἀσέλγεια

ἀσέλγεια

ἀσέλγεια, , das Wesen u. die Handlungsweise eines ἀσελγής, Plat. Rep. IV, 424 e (B. A. 451 ἡ μετ' ἐπηρεασμοῦ καὶ ϑρασύτητος βία); καὶ ὕβρις Dem. Mid. 1; περὶ τὰς σωματικὰς ἐπιϑυμίας Pol. 37, 2; öfter εἴς τινα, Muthwillen, z. B. 1, 6, 5. Von Weibern. Alciphr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀσελγεία — ἀσελγείᾱ , ἀσέλγεια licentiousness fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγείᾳ — ἀσελγείᾱͅ , ἀσέλγεια licentiousness fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσέλγεια — licentiousness fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασέλγεια — Κάθε ακόλαστη πράξη που αποσκοπεί στην ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής. Υπάρχουν πολλοί χαρακτηρισμοί των εγκλημάτων α., με κυριότερους τον εξαναγκασμό σε α., την κατάχρηση σε α. (εξώγαμη συνουσία με άτομο που δεν έχει σώας τας φρένες),… …   Dictionary of Greek

  • ασέλγεια — η αισχρότητα, ακολασία: Κατηγορήθηκε για αποπλάνηση σε ασέλγεια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀσελγείας — ἀσελγείᾱς , ἀσέλγεια licentiousness fem acc pl ἀσελγείᾱς , ἀσέλγεια licentiousness fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσέλγει' — ἀσέλγεια , ἀσέλγεια licentiousness fem nom/voc sg ἀσέλγειαι , ἀσέλγεια licentiousness fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγείαι — ἀσελγείᾱͅ , ἀσέλγεια licentiousness fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγειῶν — ἀσέλγεια licentiousness fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγείαις — ἀσέλγεια licentiousness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγείης — ἀσέλγεια licentiousness fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”