ἀστρο-λάβος

ἀστρο-λάβος

ἀστρο-λάβος, , ein Instrument der Astronomen, Astrolabium, Ptolem.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • οξυλάβος — ὀξυλάβος και ὀξύλαβος, ον (Μ) 1. οξυλαβής* 2. το ουδ. ως ουσ. τo οξύλαβον είδος πυράγρας, τσιμπίδας. [ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ * + λάβος (< λαμβάνω). Το β συνθετικό λάβος εμφανίζεται σε ουσ. με τη σημ. «εργαλείο» (πρβλ. αστρο λάβος, λιθο λάβος). Ο τ.… …   Dictionary of Greek

  • τριχολάβος — ον, ΜΑ 1. (για όργανο ή εργαλείο) αυτός που πιάνει και αποσπά τις τρίχες 2. (κυρίως το ουδ. ως ουσ.) τὸ τριχολάβον το τριχολάβιον*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θρίξ, τριχός + λάβος (< λαμβάνω), πρβλ. ἀστρο λάβος] …   Dictionary of Greek

  • χρονολάβον — τὸ, Α όργανο μέτρησης τού χρόνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρόνος + λάβον / λάβος (< θ. λαβ τού λαμβάνω, πρβλ. αόρ. β ἔ λαβ ον), πρβλ. άστρο λάβος, σαρκο λάβον] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”