ὀρνεο-μιγής

ὀρνεο-μιγής

ὀρνεο-μιγής, ές, mit Vogelgestalt gemischt, halb Vogel, halb Mensch, Schol. Lycophr. 721.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιππομιγής — ἱππομιγής, ές (Α) ο κατά το ήμισυ ίππος και κατά το ήμισυ άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) + μιγής (< μείγνυμι, πρβλ. παθ. αόρ. β ἐ μίγ ην), πρβλ. θηριο μιγής, ορνεο μιγής] …   Dictionary of Greek

  • νεφελομιγής — νεφελομιγής, ές (Α) ο αναμεμιγμένος με νεφέλη («νεφελομιγὲς πῦρ», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < νεφέλη + μιγής (< μίγνυμι), πρβλ. ορνεο μιγής] …   Dictionary of Greek

  • υδρομιγής — ές / ὑδρομιγής, ές, ΝΑ αναμεμιγμένος με νερό, αυτός που περιέχει νερό, υδαρής. [ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο) * + μιγής (< μ[ε]ίγνυμι), πρβλ. ὀρνεο μιγής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”