ἀρχή

ἀρχή

ἀρχή, , 1) der Anfang, Beginn, von Hom. anüberall; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἀρχῆς, v. l. ἄτης, Iliad. 3, 100, s. Scholl. Aristonic.; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἄτης, v. l. ἀρχῆς, 24, 28, s. Scholl. Did.; κακοῠ 11, 604; πήματος Od. 8, 81; νείκεος Iliad. 22, 116; φόνου Od. 21, 4. 24, 169; ξεινοσύνης 21, 35; ἐξ ἀρχῆς, von Alters her, Od. 1, 188. 2, 254. 17, 69. 11, 438; οὑ' ξ ἀρχῆς φίλος Soph. O. R. 385; Pind. Ol. 7, 20; Aesch. Eum. 274; πάλιν ἐξ ἀρχῆς λέγε Plat. Phaed. 105 b; ἐὰν ἐξ ἀρχῆς φύσιν ἄϑυμον λάβῃ Rep. III, 411 b, von vorn herein, d. i. an sich; ἐξ ἀρχῆς τὸ γενέσϑαι χαλεπὸν παντὶ ζῴῳ Epin. 373 d; εὐϑὺς ἐξ ἀ. Legg. II, 653 b; ὁ ἐξ ἀ. λόγος Theaet. 177 c u. öfter, wie Sp.; wird auch ἐξαρχῆς geschrieben. Ebenso steht auch ἀρχήν, u. bes. mit der Negation, durchaus nicht, überhaupt nicht, vgl. Wolf Dem. Lept. p. 278; Her. 3, 39 u. öfter; τὰ γὰρ ἄλλα δένδρεα οὐδὲ πειρᾶται ἀρχὴν φέρειν, überhaupt nicht einmal, 1, 193; vgl. 7, 26; τοῠτο οὐκ ἐνδέκομαι τὴν ἀρχήν, überhaupt nicht, 4, 25; τὸ ἄῤῥεν ἦν τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔκγονον, ursvrünglich, Plat. Conv. 190 e; γίγνεσϑαι ἡμᾶς τὴν ἀρχὴν οὐκ ἐῶσι Theaet. 206 d; Apol. 29 c, u. sonst; vgl. Xen. Cyr. 8, 3, 1; Pol. braucht so auch den plur., τὰς ἀρχάς, 2, 25, 8, u. öfter. Aehnl. ἀπ' ἀρχῆς, Her. 2, 104; Pind. P. 8, 26; κατ' ἀρχάς, Plat. Prot. 322 a; τὸ κατ' ἀρχὰς λεχϑέν Soph. 261 a u. öfter. – 2) An fangspunkt, πεισμάτων Eur. Hipp. 712; στρόφου Her. 4, 60; ἀρχὴν βάλλεσϑαί τινος, den Grund zu etwas legen, Plat Ep. VII, 326 c; vgl. Pind. N. 1, 8. Bes. in philosophischer Beziehung, sowohl die Elemente, als die Principien. – 3) Regierung, Διός Pind. Ol. 2, 60; öfter Tragg. u. in Prosa, wo auch die Beherrschten im gen. stehen, πολλῶν ἀνϑρώπων, ναυτῶν, Plat. Crit. 104 a Rep. I, 341 d; bes. die ersten Würden im Staate, magistratus, auch Feldherrenwürde, Oberbefehl; ἀρχὴν ἄρχειν, ein obrigkeitliches Amt verwalten, Conv. 183 a u. öfter; ἐν ἀρχῇ εἶναι, εἰς ἀρχὴν καϑίστασϑαι, εἰςιέναι, ἀρχὴν λαχεῖν. Plat. setzt ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαί gegenüber, Rep. X, 618 d, u. vrbdt αἱ μέγισται ἀρχαὶ καὶ τιμαί Tim. 20 a; auch die Behörden selbst, Aesch. Ag. 123; u. öfter im Att. = ἄρχων, z. B. τὴν ἀρχὴν εἰςάγειν, Is. 1, 14, wo nachher ὁ τῶν ἀρχόντων ἐλϑών steht; ἄγειν ἐπὶ τὴν ἀρχήν Pol. 12, 16, 3 u. sonst. – Auch das Beherrschte, das Reich, βασιλέως Xen. An. 1, 9, 13 u. öfter; entsprechend δύναμις καὶ χώρα 2, 5, 11.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἁρχή — ἀρχή , ἀρχή beginning fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αρχή —         (arche) (греч.) начало.         см. Архе. Философский энциклопедический словарь. М.: Советская энциклопедия. Гл. редакция: Л. Ф. Ильичёв, П. Н. Федосеев, С. М. Ковалёв, В. Г. Панов. 1983 …   Философская энциклопедия

  • ἀρχῇ — ἀρχή beginning fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχή — beginning fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρχή — η 1. έναρξη, αφετηρία τοπική ή χρονική: Βρίσκεται στην αρχή της σταδιοδρομίας του. – Είμαστε στην αρχή του δρόμου. 2. η πρώτη αιτία, αφορμή: Αυτή ήταν η αρχή του κακού. 3. θεμελιακός ηθικός κανόνας: Αυτό είναι αντίθετο με τις αρχές μου. 4.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αρχή — Όρος που χρησιμοποιείται στη φιλοσοφία για να υποδείξει την πρωταρχική πραγματικότητα, από την οποία απορρέουν όλα τα πράγματα, είτε με τη χρονική έννοια (αφετηρία απ’ όπου ξεκίνησαν όλα τα πράγματα ως προς την ύπαρξή τους) είτε με τη μεταφυσική… …   Dictionary of Greek

  • Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα — Ιδρύθηκε το 1997 ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή με δικό της προϋπολογισμό και γραμματεία. Αποστολή της είναι η εποπτεία της εφαρμογής του νομικού πλαισίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Πρόεδρός της είναι ανώτατος δικαστικός …   Dictionary of Greek

  • Αρχή της σχετικότητας του Γαλιλαίου — Στο Διάλογο των μέγιστων συστημάτων ο Γαλιλαίος εκθέτει έτσι την αρχή αυτή: «Κλειστείτε με κάποιο φίλο σας στο μεγαλύτερο θάλαμο που υπάρχει κάτω από το κατάστρωμα ενός μεγάλου πλοίου και κατόπιν πάρετε μύγες, πεταλούδες και άλλα όμοια ιπτάμενα… …   Dictionary of Greek

  • ἄρχῃ — ἄρχω to be first pres subj mp 2nd sg ἄρχω to be first pres ind mp 2nd sg ἄρχω to be first pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοσμολογική αρχή — Αρχή σύμφωνα με την οποία όλες οι θέσεις μέσα στο σύμπαν είναι ισοδύναμες. Η αρχή αυτή αποτελεί τη βάση της σύγχρονης κοσμολογίας και αποτελεί ακραία έκφραση της άποψης του Κοπέρνικου ότι η Γη δεν βρίσκεται στο κέντρο του σύμπαντος. Αν αγνοηθούν… …   Dictionary of Greek

  • ακροφωνίας, αρχή της- — Αρχή, στην οποία στηρίχτηκε η μετατροπή της ιδεογραφικής και συλλαβικής γραφής σε αλφαβητική. Βλ. λ. γραφή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”