- ὀρφακίνης
ὀρφακίνης, ὁ, heißt der Fisch ὀρφός, wenn er jung ist, Ath. VII, 315, aus Dorio.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀρφακίνης, ὁ, heißt der Fisch ὀρφός, wenn er jung ist, Ath. VII, 315, aus Dorio.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ορφακίνης — ὀρφακίνης, ὁ (Α) μικρός σε ηλικία ορφός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀρφώς / ὀρφός + κατάλ. ίνης, μέσω ενός αμάρτυρου ουσ. *ὄρφαξ (πρβλ. δελφακ ίνης: δέλφαξ)] … Dictionary of Greek
ὀρφακίνης — ayoung masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρφακίνην — ὀρφακίνης ayoung masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)