ἀπ-ήχεια

ἀπ-ήχεια

ἀπ-ήχεια, , Mißhälligkeit, Lys. frg. bei Harpocr., der es ἀπέχϑεια erkl.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἠχεῖα — ἠχεῖον drum neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ηλεκτρόφωνο — Συσκευή που χρησιμοποιείται για την ανάγνωση την ενίσχυση και την αναπαραγωγή των ήχων που έχουν αποτυπωθεί σε δίσκους βινυλίου. Το η. αποτελείται βασικά από έναν κινητήρα για την περιστροφή του δίσκου, σύστημα βραχίονα και κεφαλής με μεταλλική ή …   Dictionary of Greek

  • ηχείο — Πηγή ήχων που αποτελείται από μεγάφωνα του ίδιου τύπου, συμφασικά, τα οποία στηρίζονται σε κοινό ειδικό στήριγμα. Τα μεγάφωνα αυτά (ηλεκτροδυναμικά) τοποθετούνται σε κοινό πλαίσιο και συνδέονται με κοινό μετασχηματιστή, κατάλληλο για την… …   Dictionary of Greek

  • μεγάφωνο — Ηλεκτροακουστική συσκευή που μετατρέπει ένα ηλεκτρικό σήμα σε ένα αντίστοιχο ηχητικό, εκπέμποντάς το σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο. Ανάλογα με την αρχή λειτουργίας, τα μ. διακρίνονται σε ηλεκτροδυναμικά, ηλεκτρομαγνητικά και ηλεκτροστατικά. Τα… …   Dictionary of Greek

  • ήχου, εγγραφή — Σύνολο τεχνικών λειτουργιών που επιτρέπουν τη μεταφορά των χαρακτηριστικών του ήχου πάνω σε ένα κατάλληλο υλικό, ικανό να το διατηρεί και να το αναπαράγει. Η ε.ή. μπορεί να γίνει με μεθόδους οπτικο φωτογραφικές (που χρησιμοποιούνται για τον… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • μαρίμπα — (marimba). Κρουστό μουσικό όργανο αφρικανικής προέλευσης. Πρόκειται για μια ξύλινη βάση, ορθογωνίου σχήματος, επάνω στην οποία είναι τοποθετημένες 10 20 μικρές πλάκες διαφορετικού μήκους, από σκληρότερο ξύλο. Κάτω από αυτές βρίσκονται μερικές… …   Dictionary of Greek

  • μουσικά όργανα — Σύμφωνα με τη φύση των σωμάτων που είναι προορισμένα να παράγουν ήχο (αν και μερικοί μελετητές τείνουν προς μια ιστορική ταξινόμηση), τα μ.ό. διακρίνονται σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: τα ιδιόφωνα, τα μεμβρανόφωνα, τα χορδόφωνα και τα αερόφωνα …   Dictionary of Greek

  • Πολυμέσα — (Multimedia). Τεχνολογία που σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε για ηλεκτρονικούς υπολογιστές (Η/Υ), και βασίζεται στην αρχή ότι χρησιμοποιεί περισσότερα από ένα μέσα για να επικοινωνήσει με τον χρήστη του Η/Υ ή απλά να παρουσιάσει κάποιες πληροφορίες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”