ἀπ-άρνησις

ἀπ-άρνησις

ἀπ-άρνησις, , die Verweigerung, Phil.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἄρνησις — denial fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσει — ἄρνησις denial fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀρνήσεϊ , ἄρνησις denial fem dat sg (epic) ἄρνησις denial fem dat sg (attic ionic) ἀρνέομαι deny fut ind mp 2nd sg ἀ̱ρνήσει , ἀρνέομαι deny futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσεις — ἄρνησις denial fem nom/voc pl (attic epic) ἄρνησις denial fem nom/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσεος — ἄρνησις denial fem gen sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσεσι — ἄρνησις denial fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσεσιν — ἄρνησις denial fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρνήσηι — ἄρνησις denial fem dat sg (epic) ἀρνήσῃ , ἀρνέομαι deny aor subj mp 2nd sg ἀρνήσῃ , ἀρνέομαι deny fut ind mp 2nd sg ἀ̱ρνήσῃ , ἀρνέομαι deny futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνησιν — ἄρνησις denial fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άρνηση — (Φιλοσ.).Φιλοσοφική θεώρηση που απέκτησε μαθηματική υπόσταση με τη δημιουργία της μαθηματικής λογικής στα μέσα του 19ου αι. Ο Πλάτων στον Σοφιστή του αναφέρει για την ά. ότι «λόγος θεμελιακά είναι εκείνος που μπορεί να είναι αληθινός ή ψεύτικος,… …   Dictionary of Greek

  • ένειμι — ἔνειμι (Α) 1. υπάρχω, βρίσκομαι μέσα σε κάτι («ὅσσος τις χρυσός τε καὶ ἄργυρος ἀσκῷ ἔνεστιν», Ομ. Οδ.) 2. (με δοτ.) είμαι, υπάρχω ανάμεσα σε πολλά («ἐν γὰρ δὴ τούτοισι καὶ αὐτοὶ ἐνεσόμεθα», Ηρόδ.) 3. υπάρχω («σίτου οὐκ ἐνόντος», Θουκ.) 4. απρόσ.… …   Dictionary of Greek

  • αρνήσιμος — ἀρνήσιμος, ον (Α) [άρνησις] αυτός τον οποίο μπορεί κάποιος να αρνηθεί …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”