ἀπο-νέκρωσις

ἀπο-νέκρωσις

ἀπο-νέκρωσις, , das Absterben, Arr. Ep. 1, 5.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Успение Богородицы — Икона Феофана Грека Тип христианский, в …   Википедия

  • νεκρώσιμος — η, ο (ΑΜ νεκρώσιμος, ον) [νέκρωσις] αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε νεκρό («νεκρώσιμη ακολουθία» ειδική ιερή ακολουθία που αποτελείται από κατανυκτικά τροπάρια, ευχές και ψαλμούς και τελείται κατά την κηδεία νεκρού) νεοελλ. 1. νεκρικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”