ἀπο-κηδής

ἀπο-κηδής

ἀπο-κηδής, ές, = ἀκηδής, fahrlässig, Hippocr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προσκηδής — ές, Α 1. αυτός που προκαλεί οικειότητα και στενή φιλία 2. ο λεπτός στους τρόπους και ο ευγενικός στη συμπεριφορά 3. συγγένεια από αγχιστεία 4. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ προσκηδέες οι συγγενείς. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + κηδής (< κῆδος «φροντίδα …   Dictionary of Greek

  • δημοκηδής — (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Γιατρός από τον Κρότωνα. Επειδή ήρθε σε προστριβή με τον πατέρα του Καλλιφώνα, επίσης γιατρό, κατέφυγε στην Αίγινα όπου του δόθηκε το αξίωμα του δημόσιου γιατρού. Ύστερα από τρία χρόνια πήγε στην Αθήνα, αλλά μετά… …   Dictionary of Greek

  • νεοκηδής — νεοκηδής, ές (Α) (ποιητ. τ.) αυτός που έχει πληγεί από πένθος πρόσφατα. [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο) * + κηδής (< κῆδος «φροντίδα»), πρβλ. φιλο κηδής] …   Dictionary of Greek

  • πυκνός — ή, ό / πυκνός, ή, όν, ΝΜΑ, ποιητ. τ. πυκινός, ή, όν, αιολ. τ. πύκνος, ον, Α 1. αυτός που περιέχει πολλή ύλη σε μικρό χώρο, δηλ. αυτός τού οποίου τα συστατικά βρίσκονται πολύ κοντά μεταξύ τους, συμπαγής, σφιχτός, κρουστός (α. «πυκνή ύφανση» β.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”