- ἀπο-φοιβάζω
ἀπο-φοιβάζω, 1) reinigen, erhellen, Suid. – 2) wahrsagen, Strab. 14 p. 675.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀπο-φοιβάζω, 1) reinigen, erhellen, Suid. – 2) wahrsagen, Strab. 14 p. 675.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀπεφοίβαζον — ἀπό φοιβάζω prophesy imperf ind act 3rd pl ἀπό φοιβάζω prophesy imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεφοίβαζε — ἀπό φοιβάζω prophesy imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεφοίβαζεν — ἀπό φοιβάζω prophesy imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπεφοίβακεν — ἀποπεφοίβᾱκεν , ἀπό φοιβάω cleanse perf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀπό φοιβάζω prophesy perf ind act 3rd sg ἀπό φοιβάζω prophesy plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεφοίβασε — ἀπεφοίβᾱσε , ἀπό φοιβάω cleanse aor ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀπό φοιβάζω prophesy aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεφοίβασεν — ἀπεφοίβᾱσεν , ἀπό φοιβάω cleanse aor ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀπό φοιβάζω prophesy aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φοίβος — Το επικρατέστερο επίθετο του θεού Απόλλωνα. Σημαίνει τον φωτεινό και λαμπερό θεό. * * * ο / Φοῑβος, ΝΑ, και ως επίθ. φοῑβος, οίβη, ον, και φοιβός, ή, όν, Α 1. μυθ. προσωνυμία κυρίως τού Απόλλωνος ως θεού που αντιπροσώπευε την καθαρότητα, την… … Dictionary of Greek
φοιβαστικός — ή, όν, Α [φοιβάζω] 1. αυτός που εμπνέεται από τον Φοίβο, προφητικός 2. φρ. «φοιβαστικὸς χρησμῶν» αυτός που χρησμοδοτεί (Πλούτ.) … Dictionary of Greek