ἀπο-πήσσω

ἀπο-πήσσω

ἀπο-πήσσω, = ἀποπήγνυμι, Stob. ecl. phys. 1 p. 994.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀντιπαραπεπηγμένον — ἀντί , παρά , ἀπό , ἐπί ἔσσομαι sum. perf part mp masc acc sg ἀντί , παρά , ἀπό , ἐπί ἔσσομαι sum. perf part mp neut nom/voc/acc sg ἀντί , παρά , ἀπό ἐπάγω bring on perf part mp masc acc sg ἀντί , παρά , ἀπό ἐπάγω bring on perf part mp neut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πηγνύω — ΝΜΑ, και πήγνυμι ΜΑ 1. εμπηγνύω, μπήγω 2. συναρμόζω, συναρμολογώ 3. μεταβάλλω ρευστό σε στερεό (α. «ο ψυχρός αέρας πηγνύει τη λάβα στις κλιτύς τού ηφαιστείου» β. «κρύσταλλος πέπηγεν», Θουκ.) 4. (σχετικά με γάλα ή τυρί) πήζω μσν. αρχ. 1. καρφώνω,… …   Dictionary of Greek

  • καταπεπηχότα — κατά , ἀπό ἐπάγω bring on perf part act neut nom/voc/acc pl κατά , ἀπό ἐπάγω bring on perf part act masc acc sg κατά πήσσω Aër. perf part act neut nom/voc/acc pl κατά πήσσω Aër. perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπικαταπήξει — ἐπί , κατά , ἀπό ἔσσομαι sum. futperf ind mp 2nd sg ἐπί , κατά ἀφήκω arrive at or have arrived aor subj act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) ἐπί , κατά ἀφήκω arrive at or have arrived fut ind mid 2nd sg (ionic) ἐπί , κατά… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πήζω — Ν 1. κάνω κάτι να στερεοποιηθεί, να μεταβληθεί από ρευστό σε στερεό («πήζω το γάλα») 2. μεταβάλλομαι από ρευστό σε στερεό («έπηξε η κρέμα») 3. μτφ. α) (για χώρο) γεμίζω πάρα πολύ, γεμίζω ασφυκτικά (α. «έπηξε η πλατεία από κόσμο» β. «έπηξε η… …   Dictionary of Greek

  • ρήσσω — (I) και αττ. τ. ρήττω Α ιων. τ. ρήγνυμι*. [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. σχηματισμένος από το θ. ῥηκ τού αορ. ἔρρηξα τού ῥήγνυμι, με επίθημα jω (*ρήκ jω > ρήσσω), πρβλ. πήγνυμι: πήσσω]. (II) Α ιων. τ. βλ. ῥάσσω …   Dictionary of Greek

  • καταπεπηχέναι — κατά , ἀπό ἐπάγω bring on perf inf act κατά πήσσω Aër. perf inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπεπήχασι — παραπεπήχᾱσι , παρά , ἀπό ἐπάγω bring on perf ind act 3rd pl παραπεπήχᾱσι , παρά πήσσω Aër. perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”