ἀπο-πετάννυμι

ἀπο-πετάννυμι

ἀπο-πετάννυμι, (s. πετάννυμι), auseinander breiten, Diog. L. 6, 77.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πετάννυμι — και πεταννύω, ΜΑ 1. απλώνω, ανοίγω, εκτείνω (α. «εἵματα... πέτασαν παρὰ θῑν ἁλός», Ομ. Οδ. β. «ὁ ἄνθρωπος τὰς χεῑρας πετάσας», Πορφ.) 2. θρησκ. υψώνω τα χέρια σε στάση ικεσίας 3. υψώνω το βλέμμα προς τον ουρανό («εἰς τὸν οὐρανὸν πετάσας τὸ ὄμμα… …   Dictionary of Greek

  • ἀποπεταννύμενον — ἀπό πετάννυμι fly pres part mp masc acc sg ἀπό πετάννυμι fly pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπετᾶν — διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act masc voc sg (doric aeolic) διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act masc nom sg (doric aeolic) διά , ἀπό ἐτάζω examine fut inf act διά… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπετάσας — διαπετά̱σᾱς , διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem acc pl (doric) διαπετά̱σᾱς , διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem gen sg (doric) διαπετάσᾱς , διά , ἀπό ἐτάζω examine aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) διαπετά̱σᾱς , διά …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετάσας — παραπετά̱σᾱς , παρά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem acc pl (doric) παραπετά̱σᾱς , παρά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem gen sg (doric) παραπετάσᾱς , παρά , ἀπό ἐτάζω examine aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπετάσαι — διαπετά̱σᾱͅ , διά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem dat sg (doric) διά , ἀπό ἐτάζω examine aor inf act διαπετάσαῑ , διά , ἀπό ἐτάζω examine aor opt act 3rd sg διαπετά̱σᾱͅ , διά πετάννυμι fly fut part act fem dat sg (doric) διαπετά̱σᾱͅ , διά… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετάσαι — παραπετά̱σᾱͅ , παρά , ἀπό ἐτάζω examine fut part act fem dat sg (doric) παρά , ἀπό ἐτάζω examine aor inf act παραπετάσαῑ , παρά , ἀπό ἐτάζω examine aor opt act 3rd sg παραπετά̱σᾱͅ , παρά πετάννυμι fly fut part act fem dat sg (doric) παραπετά̱σᾱͅ …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπετάσασ' — διαπετάσᾱσα , διά , ἀπό ἐτάζω examine aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) διαπετάσᾱσι , διά , ἀπό ἐτάζω examine aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) διαπετάσᾱσαι , διά , ἀπό ἐτάζω examine aor part act fem nom/voc pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπετάσῃ — διά , ἀπό ἐτάζω examine aor subj mid 2nd sg διά , ἀπό ἐτάζω examine aor subj act 3rd sg διά , ἀπό ἐτάζω examine fut ind mid 2nd sg διά πετάννυμι fly aor subj mid 2nd sg διά πετάννυμι fly aor subj act 3rd sg διά πετάννυμι fly fut ind mid 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπετῶμεν — παρά , ἀπό ἐτάζω examine fut ind act 1st pl παρά πετάννυμι fly fut ind act 1st pl παρά πετάννυμι fly pres subj act 1st pl (attic epic ionic) παρά πετάννυμι fly pres ind act 1st pl παρά πετάννυμι fly imperf ind act 1st pl (homeric ionic) παρά… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποταμός — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”