αἱμ-αγωγός

αἱμ-αγωγός

αἱμ-αγωγός, Blut ableitend, Diosc.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • πυρίτιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Si· ανήκει στην πρώτη υποομάδα της τέταρτης ομάδας του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 14, ατομικό βάρος 28,06, τρία φυσικά σταθερά ισότοπα και δύο τεχνητά και ραδιενεργά. Πολύ διαδεδομένο στη… …   Dictionary of Greek

  • ρητινοφόρος — ο, Ν 1. (για δέντρο) αυτός που περιέχει ή παράγει ρητίνη 2. (για φυτικό κύτταρο) αυτός που εγκλείει ρητίνη 3. φρ. α) «ρητινοφόρα δέντρα» ή, απλώς, «ρητινοφόρα» βοτ. δασικά δέντρα τα οποία ανήκουν στα γυμνόσπερμα και που το ξύλο τους περιέχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”