αὐτ-ῆμαρ

αὐτ-ῆμαρ

αὐτ-ῆμαρ, am selbigen Tage, Il. 1, 81. 18, 454 Odyss. 3, 311. – Sp. Ep.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αυτόδιον — αὐτόδιον επίρρ. (Α) ευθύς, αμέσως. [ΕΤΥΜΟΛ. Άπαξ ειρημένη λ. (Οδ. θ. 449), που μπορεί να είναι επίρρ. ή επίθ. στην αιτιατική. Η αρχαία ερμηνεία της λ. είναι «εξ αυτής της οδού ελθόντα (ή εληλυθότα)» με αρχικό τ. *αυθόδιον, ο οποίος έχει υποστεί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”