αὐτο-φόντης

αὐτο-φόντης

αὐτο-φόντης, , Selbstmörder, v. l. Soph. El. 264; Eur. Med. 1269; στρῆνος Lycophr. 438.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θηροφόντης — θηροφόντης, ὁ (Α) βλ. θηροφόνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θηρ(ο) * + φόντης (< θείνω «χτυπώ, φονεύω», πιθ. με επίδραση τού φόνος), πρβλ. ανδρει φόντης, αυτο φόντης] …   Dictionary of Greek

  • αυτοφόντης — αὐτοφόντης, ο (Α) ο φονιάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο + φόντης < θείνω «σκοτώνω» με επίδραση του φόνος (πρβλ. ανδροφόντης, μητροφόντης, πατροφόντης κ.ά.)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”